Κυριακή 5 Ιουλίου 2009

Η μαρτυρία του Ψελλού - Θεοδώρα

Ο 11ος αιώνας για το Βυζαντινό κράτος υπήρξε μια δίμορφη περίοδος. Μέχρι και στις αρχές του αιώνα αυτού οι αυτοκράτορες της Μακεδονικής δυναστείας χάρη «στη συνετή προστασία των αγροτών και των στρατιωτών » κατάφεραν να διατηρήσουν τα χαρακτηριστικά μιας ισχυρής αυτοκρατορίας .Η πολιτική και πολιτισμική «αναζωογόνηση » διαμορφώνει ένα κλίμα σταθερότητας και οικονομικής ευεξίας, σημαντική προϋπόθεση για να θεωρείται ένα κράτος υγιές και ασφαλής.
Ωστόσο προς τα τέλη του 11ου αιώνα η αποσύνθεση και η παρακμή εμφανίζονται στο προσκήνιο σύμφωνα με κάποιες γραπτές μαρτυρίες όπως και κείνη του Ψελλού στη χρονογραφία του. Ο ίδιος έχοντας προλάβει την «ένδοξη εποχή του Βασιλείου του Βουλγαροκτόνου » παρατηρεί μια μετάπτωση του κράτους μετά τον θάνατό του αυτοκράτορα. Διαισθανόμενος την παρακμή αυτή την οποία ονομάζει «αρχή του κακού» επιτίθεται σφοδρά σε προσωπικότητες που ο ίδιος θεωρεί ανάξιους για το αυτοκρατορικό αξίωμα .Αναφέρει χαρακτηριστικά ότι δεν είναι δυνατό να κατανοήσουν «την φύσιν της βασιλείας…ότι λειτουργία τις εστί λυσιτελής εις το υπήκοον και ότι εγρηγορυίας δείται αεί ψυχής προς την βελτίωνα των πραγμάτων διοίκησιν» . Ειδικά σ’ αυτή την εργασία επικεντρώνεται το ενδιαφέρον στο ρόλο που έπαιξαν οι γυναίκες του παλατιού στο Βυζάντιο και ιδιαίτερα βέβαια στην αυτοκράτειρα Θεοδώρα στην οποία ο Ψελλός εστιάζει την προσοχή του.
Οφείλεται λοιπόν να τονιστεί ιδιαίτερα η προσωπικότητα της Πρωταγωνίστριας σ’ αυτό το κομμάτι της χρονογραφίας του Ψελλού, δηλαδή στην επονομαζόμενη Θεοδώρα . Ο πολιτικός της ρόλος στα χρόνια του Βυζαντίου ,όπως αυτό διαφαίνεται και στο κείμενο της χρονογραφίας, υπήρξε ουσιώδης. Ο ρόλος της αυτός δρομολόγησε την πορεία διάφορων ιστορικών γεγονότων και πολιτικών εξελίξεων.
Η εργασία βασίζεται στο γραπτό λόγο-σχολιασμό ενός ανθρώπου –στοχαστή. Τα ψυχογραφήματα δε ,που επιχειρεί κι απορρέουν διάχυτα στο κείμενό του, υπόκειντο με τη σειρά τους , σε μια διαδικασία ερμηνευτικής ανάλυσης με κριτήριο πάντα τα κοινωνικοπολιτικά και ιστορικά γεγονότα τα οποία διέπουν τη συγκεκριμένη περίοδο.
Ιστορικά στοιχεία , γραφήματα και μελέτες προσπαθούν να συμπληρώσουν το ψηφιδωτό της εργασίας και να πλουτίσουν το περιεχόμενό της. Φυσικά η αναφορά στον ίδιο τον Ψελλό σαν προσωπικότητα είναι ενδεδειγμένη για να κατανοηθούν και να ερμηνευτούν κάποιες από τις απόψεις του.

Ο κίνδυνος ελλοχεύει .Ένα κείμενο ,σαν αυτό του Ψελλού, με πολύ προσωπικό ύφος και παρατηρήσεις παροτρύνουν κάποιον να επεκταθεί κι ο ίδιος με προσωπικές απόψεις. Όμως αυτό επιβάλλεται να αποφευχθεί. Τα συμπεράσματα ωστόσο περικλείουν ψήγματα προσωπικής σκέψης τεκμηριωμένα όμως και υποβοηθούμενα από το ιστορικό κομμάτι της βιβλιογραφίας.


Βυζάντιο - Γυναίκες στο παλάτι

Ρούμ ,Ρωμανία ,Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, Βυζαντινό κράτος ή απλά Βυζάντιο. Όλες αυτές οι ονομασίες, ωστόσο, αναφέρονται στο ίδιο κράτος ,στο Ανατολικό κομμάτι της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Πρωτεύουσά του η Κωνσταντινούπολη .Τα εγκαίνια της έγιναν στις 8 Νοεμβρίου 324 μ.Χ. και η άλωσή της από τους Οθωμανούς στις 29 Μαϊου το 1453 μ.Χ. Η βασιλεύουσα υπήρξε «το μεταίχμιο του αρχαίου κι ενός νέου τρόπου ζωής ».Λαμπρά οικοδομήματα τη στόλιζαν ,με μια αισθητική άποψη που σε παρέπεμπε σε αλλοτινούς χρόνους. Όμως στα πολιτικά και θρησκευτικά ήθη το παρελθόν δεν είχε καμιά θέση. Οι θεσμοί είναι εντελώς νέοι και πρωτόγνωροι.
Δύο στοιχεία χαρακτηρίζουν την έννοια του κράτους. Αυτοκρατορική εξουσία και Εκκλησία. Εξίσου ισοδύναμοι θεσμοί «αποτελούν ισότιμους παράγοντες όσον αφορά τη διασφάλιση του χριστιανικού πνεύματος και τη διευθέτηση των ανθρωπίνων υποθέσεων ». Η Εκκλησία αποτέλεσε το συνεκτικό κρίκο ανάμεσα στο λαό μα ο αυτοκράτορας είναι ο απόλυτος μονάρχης ,το επίκεντρο της πολιτικής εξουσίας εκείνος που μετατράπηκε συμβολικά σε «τοποτηρητή του Θεού ».Η «αναγνώριση της αυθεντίας του αυτοκράτορα ως ανώτερης από εκείνη της εκκλησίας συνδυάστηκε με μια εκστρατεία κατά της λατρείας των αγίων ». Είναι η γνωστή περίοδος της εικονομαχίας .
Η ανάδειξη του αυτοκράτορα γινόταν από το στρατό τη Σύγκλητο και το λαό .Η δε στέψη του «πράξη θρησκευτική ,λάμβανε χώρα συνήθως στην Αγία Σοφία και γινόταν από τον πατριάρχη ».
Η τυπολατρία της αυτοκρατορικής εξουσίας δε σηματοδοτούσε και περιορισμούς κοινωνικούς στην επιλογή του αυτοκράτορα .Ούτε επίσης υπήρχε «συνταγματικός περιορισμός στην άσκηση της υπέρτατης αυτοκρατορικής εξουσίας από γυναίκες ».
Βέβαια πολύ σπάνια γυναίκες κατάφεραν να φτάσουν σ’ αυτό το ανώτατο αξίωμα και συνήθως «αφορούσε περιπτώσεις διαδοχής λόγω χηρείας ». Στο βυζαντινό κράτος όπως αναφέρεται παραπάνω ο αυτοκράτορας ταυτόχρονα αποτελούσε και τον επίγειο απεσταλμένο του θεού στη γη, έτσι του ανήκε η πρωτοκαθεδρία στην χριστιανική Εκκλησία .Στο βασιλιά παράλληλα ανήκε και η γενική διοίκηση του στρατεύματος. Πολλές φορές ο ίδιος επικεφαλής οδηγούσε το στρατό στις διάφορες εκστρατείες. Έτσι η ιδέα του να ηγείται του κράτους μια γυναίκα προσέκρουε σ’ αυτούς τους δυο παράγοντες .Η αδυναμία των γυναικών να αναλαμβάνουν τέτοιου είδους καθήκοντα εμφανής . Βέβαια ακόμα κι όταν αυτό γινόταν κατορθωτό, όπως κάποιες σημαντικές εξαιρέσεις ,εκείνης της Ειρήνης της Αθηναίας και των θυγατέρων του Κωνσταντίνου Η΄, της Ζωής και της Θεοδώρας ποικίλες αντιδράσεις και σχολιασμοί έρχονταν στο προσκήνιο.
Λόγιοι και σχολιαστές όπως ο Ψελλός στη χρονογραφία του ψέγουν το γεγονός της ανάθεσης του ύπατου αξιώματος σε μια γυναίκα. Στο κείμενό του που αναφέρεται στη Θεοδώρα φαίνεται καθαρά πως θεωρεί ανδρική ικανότητα και προνόμιο την κατοχή της κρατικής εξουσίας. Αναφέρει σχετικά πως ενώ όλοι προσδοκούσαν να αναθέσει το ρόλο του αυτοκράτορα σε «έναν άνδρα ευγενικής καταγωγής κι αποφασιστικό ,επωμίστηκε η ίδια όλη την εξουσία ». Στη συνέχεια όταν γράφει για τη συμπεριφορά της πια ως βασίλισσα και ως διαχειρίστρια της εξουσίας συμπληρώνει πως το έκανε «συμπεριφερόμενη με απόλυτη αυτοπεποίθηση σαν να ήταν άντρας ». Ωστόσο κανείς δε μπορεί ν’ αμφισβητήσει την αξία κάποιων διαταγμάτων όπως αυτό της αυτοκράτειρας Ειρήνης με το οποίο διαχωρίζει και κατατάσσει τις ανώτερες τάξεις σε κατηγορίες ή το 843 μ.Χ. την απόφαση της αυτοκράτειρας Θεοδώρας ν’ αποκαταστήσει τη λατρεία των εικόνων .
Όσον αφορά τις συζύγους των αυτοκρατόρων η θέση τους υπήρξε αρκετά παράξενη ακολουθώντας ως ένα σημείο διαφορετική εθιμοτυπία .Ο ρόλος πολλών απ’ αυτών των γυναικών υπήρξε καθοριστικός για κάποια πολιτικά πράγματα που συνέβαιναν στο παλάτι τα οποία φυσικά εν συνεχεία είχαν αντίκτυπο και σ’ όλη την αυτοκρατορία. Στη βιβλιογραφία οι γυναίκες του παλατιού γενικά παρουσιάζονται αδίστακτες, τολμηρές ,κοκέτες, δυναμικές, φιλότεχνες ,κι ως επί το πλείστον πολιτικοποιημένες . «Η αδίστακτη και φιλόδοξη Ειρήνη έμεινε γνωστή στην ιστορία για την τύφλωση του ίδιου της του παιδιού του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου ΣΤ΄».προς χάριν της εξουσίας. Ήταν η πρώτη γυναίκα που αναλάμβανε το «ανώτατο πολιτειακό αξίωμα αλλά με τον επίσημο τίτλο του «άρρενος ηγεμόνα: Ειρήνη πιστός βασιλεύς ». Ο Ψελλός περιγράφει την αυτοκράτειρα Ζωή ως αλλόκοτη όπως και την αδερφή της Θεοδώρα. Τη μέμφεται για την τάση της ν’ ασχολείται με τ’ αρώματα .Η Ζωή παρουσιάζεται σα μια «θλιβερή μορφή» που την απασχολεί περισσότερο η «νυφική παστάδα» παρά οι υποθέσεις του κράτους . Ωστόσο ο χρονογράφος εκπλήσσεται με το γεγονός πως η αυτοκράτειρα Ζωή προτιμούσε να φορά απλά και λιτά ρούχα ενώ η τάση της εποχής ήταν «οι χρυσοποίκιλτες ενδυμασίες» ,οι κορδέλες και περιδέραια από χρυσάφι και πολύτιμους λίθους .Τέλη του 11ου αιώνα εμφανίζονται κάποιες μορφωμένες και δραστήριες γυναίκες στο παλάτι ,με πολιτική οξυδέρκεια. Παράδειγμα η Άννα Δαλασσηνή που συγκυβερνούσε με το γιο της Αλέξιο Α΄. Η κόρη επίσης του Αλεξίου Α΄ η Άννα Κομνηνή «ήταν συγγραφέας ,φιλότεχνη και η ψυχή ενός πολιτικού και φιλολογικού κύκλου που αντιτασσόταν στον ανιψιό της Μανουήλ Α΄ ».Η «σεβαστοκρατόρισσα Ειρήνη» που με θάρρος κατηγορεί τον κουνιάδο της αυτοκράτορα Μανουήλ Α΄.Η Ειρήνη Δούκαινα σύζυγος του Αλεξίου Α΄ η οποία έπαιρνε μέρος στις εκστρατείες αλλά και συνωμοτούσε εναντίον του υιού της Ιωάννη Β΄ .
Πολλές άλλες γυναίκες παρουσιάζονται ως πρωταγωνίστριες σε συνομωσίες και ίντριγκες. Χαρακτηριστικά η αυτοκράτειρα Θεοφανώ που συνωμότησε με τον εραστή της για τη δολοφονία του άντρα της .Η Μαρία Κομνηνή μαζί με το σύζυγό της «τέθηκε επικεφαλής της αριστοκρατικής συνωμοσίας του 1181 μ.Χ ».Η Μαρτίνα που με διάφορες μηχανορραφίες προσπάθησε ν’ αποδυναμώσει τους νόμιμους απογόνους της αυτοκρατορίας .
Στο Βυζάντιο πολλές φορές εκτός από τις νόμιμες συζύγους και κάποιες άλλες γυναίκες κατάφεραν να έχουν επιρροή στις εξελίξεις του παλατιού. Ήταν οι επίσημες και μη ερωμένες οι οποίες αρκετές φορές παραγκώνιζαν το ρόλο της γυναίκας του αυτοκράτορα . Αξιοσημείωτο γεγονός αποτελεί η αιμομιξία που παρατηρείται σ΄ αυτού του είδους τις ερωτικές σχέσεις. Μάλιστα συχνά γίνονταν αποδεκτές τόσο φυσικά κι από το περιβάλλον της αυτοκρατορικής αυλής που αυτό αποτελεί από μόνο του ένα σημάδι δημόσιας περιφρόνησης των ηθικών νόμων αλλά και όσον αφορά την αιμομιξία ,των θρησκευτικών περιορισμών. Οι πράξεις αυτές δείχνουν με τον πιο εύσχημο τρόπο τις κοινωνικές τάσεις της εποχής , μοιχεία και ηθική αποχαύνωση.
Μια άλλη διάσταση που αφορά τις γυναίκες της αυτοκρατορικής αυλής είναι πως παράλληλα «χρησιμοποιήθηκαν» για την αναρρίχηση κάποιων ανδρών στο ύπατο αξίωμα .Γενικά πολλοί γάμοι επιτελούνταν υπό το πρίσμα σκοπιμοτήτων. Οι γυναίκες, λοιπόν, γίνονταν ο δίαυλος που οδηγούσε με τον πιο εύκολο τρόπο στην κατάκτηση της εξουσίας . «Όταν ο Ρωμανός Γ΄ Αργυρός βρέθηκε πνιγμένος σε λουτρό το 1034 μ.Χ. , ο Μιχαήλ Δ΄ απέκτησε τη γυναίκα του και το θρόνο » .Στα τέλη του 11ου αιώνα οι γάμοι «με μέλη ξένων δυναστειών» φαίνεται πως οδήγησαν
στην κατάρρευση ορισμένων παραδοσιακών φραγμών . Το άνοιγμα του Βυζαντινού κράτους προς τον υπόλοιπο κόσμο αν και έφερε θετικά αποτελέσματα όσον αφορά διεύρυνση της αυτοκρατορίας ,ωστόσο, παράλληλα οδήγησε και σ΄ ένα σκεπτικισμό για την επίδραση που θα είχαν τέτοιες κινήσεις στον πολιτισμό της αυτοκρατορίας . Οι αντιδράσεις από τους γηγενής βυζαντινούς ήταν πια ορατές. «Υπήρχε γενική δυσφορία για την υποβάθμιση των βυζαντινών τίτλων μέσω της οικειοποίησής τους από ξένους ».


Η μαρτυρία του Ψελλού - Θεοδώρα

Μέσα σ’ αυτό το κλίμα της εποχής μια γυναίκα ,η θυγατέρα του Κωνσταντίνου ,η περίφημη Θεοδώρα μπόρεσε να σταθεί στον θρόνο και ν’ αναλάβει «η ίδια ακέραια την εξουσία για να ελέγχει μόνη της ολόκληρη τη δημόσια διοίκηση ». Αυτά αποτυπώνει ο Μ. Ψελλός στην αρχή της χρονογραφίας του. Ο χρονογράφος εξηγεί αυτή την κίνησή της ως αποτέλεσμα της ήδη γνώσης της πάνω σε θέματα πολιτικής. «Αυτή τη διαπίστωση μάλιστα επιβεβαίωναν τα παραδείγματα της ίδιας , του προηγούμενου αυτοκράτορα και όλες οι περιπέτειες της αδερφής της ». Διαχειρίστρια όλων των εξουσιών και της διοίκησης του απέραντου κράτους «προΐσταται του υπουργικού συμβουλίου» νομοθετώντας «σκηπτροφόρος με επίσημο τόνο στη φωνή της » , ψήφιζε σε δίκες ,εξέδιδε διατάγματα .Ο συγγραφέας μένει και στον τρόπο με τον οποίο επιτελούσε όλα αυτά τα καθήκοντά της . Άλλοτε αναφέρει αυτό γινόταν χρησιμοποιώντας ένα μειλίχιο τρόπο αλλά και άλλοτε «απαγγέλλοντας την απόφασή της με τρόπο ασυνήθιστα απότομο». Ο στοχαστής επιμένει στις λεπτομέρειες . Κάτι τέτοιο βοηθά και παρέχει τη δυνατότητα μιας ολοκληρωμένης εικόνας από τον αναγνώστη . Ωστόσο τα συμπεράσματα ποικίλλουν καθώς και το σκεπτικό για τον λόγο που ακολουθεί μια τέτοια τακτική.
Η Θεοδώρα εμφανίζεται να μην εφαρμόζει κάποιες παραδοσιακές τακτικές που ακολουθούνταν κι ο λόγος και πάλι η εμπειρία που είχε αποκτήσει από «παλαιόθεν». Ένα παράδειγμα είναι πως δεν ακολούθησε το έθιμο που «οσάκις ανέρχεται νέος αυτοκράτορας στο θρόνο να απονέμονται νέα αξιώματα στις πολιτικές και στρατιωτικές τάξεις». Οι πολιτικοί της ελιγμοί φαίνεται πως απέδιδαν τα δέοντα καθώς κι ο ίδιος ο Ψελλός παραδέχεται. «Μια παρόμοια δικαίωση φαινόταν πειστική σε όλους , ώστε και εκείνοι που προηγουμένως παραπονούνταν , σιωπούσαν ικανοποιημένοι ». Βέβαια αντιδράσεις υπήρχαν. «Όλοι» γράφει ο συγγραφέας «θεωρούσαν απρεπές το γεγονός ότι η εξουσία των Ρωμαίων έχασε το αρρενωπό της φρόνημα και έπεσε στα χέρια γυναικός ». Στα χρόνια της Θεοδώρας η αυτοκρατορία ευημερούσε . Κανείς δεν υπήρχε που να δυσανασχετεί με τα διατάγματα που εξέδιδε η βασίλισσα ούτε παρατηρήθηκε καμιά συνωμοσία εις βάρος της. Ούτε εχθροί απείλησαν την εδαφική της κυριαρχία . Όλα υπήρξαν ευνοϊκά. Ακόμα κι οι εποχές ,αναφέρει ο Ψελλός , βοήθησαν στη ανάπτυξη της γεωργικής εκμετάλλευσης .Αφθονία γεωργικών αποθεμάτων συνεπάγεται και οικονομική σταθερότητα . Έτσι και ελλείψει κάποιας δυσφορίας από πολιτικούς αντιπάλους «η ισότητα διαφυλασσόταν γενικώς » .Καταγράφεται επίσης η προσοχή που έδινε στη φυσική της κατάσταση όπως επίσης αναγνωρίζει ο συγγραφέας και τις διανοητικές της ικανότητες . Ακούραστη παρουσιάζεται στην εργασία της και γνώστρια των προβλημάτων που απασχολούσαν το κράτος .Διέθετε ευφράδεια λόγου και ικανοποιητική επιχειρηματολογία στις κάθε είδους συζητήσεις .
Παρ’ όλα αυτά τα θετικά στοιχεία του χαρακτήρα της το αίτημα ή η απαίτηση για άλλους, ήταν να επιλέξει κάποιον άνδρα ικανό να συνεχίσει άντ’ αυτής .Εδώ παρατηρείται και η οξυδέρκεια της βασίλισσας ,δηλαδή στην επιλογή αυτού του άνδρα. Επέλεξε κάποιον ουσιαστικά ανίκανο να χειρίζεται την πλέον αυτή υπεύθυνη θέση που του όρισε να κατέχει. Η Θεοδώρα συμπεριφέρθηκε κατά τον γνωστό τρόπο που οι «βασιλείς προτιμούν να απονέμουν τα υψηλότερα αξιώματα στους λιγότερο ευμετάβολους , αν προέρχονται από αριστοκρατική καταγωγή, παρά εκείνους που ξεχωρίζουν για την ευστροφία της ομιλίας τους ή την ολοκληρωμένη τους μόρφωση, ακόμα κι αν διακρίνονται για το ήθος τους στις κοινωνικές τους συναναστροφές ».
Στην αυτοκρατορική αυλή ανήκαν και οι σύμβουλοι του βασιλιά . Ο Ψελλός δε κρύβει την ιδιότητά του αυτή σε σχέση με τη Θεοδώρα. Αντίθετα παρουσιάζει την ίδια να τον συμβουλεύεται «για τις απορίες και τα σχέδιά της » .Το αντίκτυπο των πολλών συμβούλων -με διαφορετικές απόψεις ο καθένας και σκοπιμότητες -μέσα στο αυτοκρατορικό ανάκτορο κατανοείται καλύτερα σ’ αυτό που αναφέρει ο Ψελλός, πως «η Θεοδώρα πείστηκε από τα λεγόμενά τους και ήταν ιδιαίτερα προσεκτική στο μέλλον να τους μεταχειρίζεται με την ίδια εμπιστοσύνη και οικειότητα ,όπως και μένα » .Η επιφυλακτικότητά της δικαιολογημένη εφόσον ήθελε να διατηρήσει το στέμμα . Ο συγγραφέας στη συνέχεια αναδεικνύει κάποια χαρακτηριστικά και συμπεριφορές της Θεοδώρας στα οποία διαφαίνεται και η αντιφατικότητα των δικών του πρότερων λεγομένων. Τ η χαρακτηρίζει πεισματάρα «αμετακίνητη στο θέλημά της» το οποίο «δεν βασιζόταν σε λογική»ή «συστηματική σκέψη » .Αναποφάσιστη και επιφυλακτική μέχρι του σημείου να φοβάται να πάρει αποφάσεις μόνη της . Ο στοχαστής μ’ αυτά που γράφει οδηγεί σε συμπέρασμα τον αναγνώστη πως η αυτοκράτειρα δεν είχε μεγάλη εμπιστοσύνη στον εαυτό της και ήταν έρμαιο των συμβουλών των παρατρεχάμενών της .«Με αποτέλεσμα να δίνει περισσότερη πίστη στους άλλους παρά στον εαυτό της » , αναφέρει .Ωστόσο τη δικαιολογεί έμμεσα. «Φοβόταν μήπως έτσι ζημιωθεί η αυτοκρατορία» εξαιτίας δηλαδή των τυχόν λανθασμένων της επιλογών .Η Θεοδώρα σεβόταν τον προκάτοχό της μα στις απόπειρές της «να εφαρμόσει σταθερά όλες του τις αποφάσεις ,αποτύγχανε συνεχώς ». Ο Ψελλός αφήνει να εννοηθεί πως τη βασίλισσα την κατείχε μια έπαρση που δεν την άφηνε να δεχτεί το γεγονός πως «μόνο προσωρινά» κατείχε τον θρόνο . Αναφέρεται πολύ πιο αυστηρά παρακάτω τονίζοντας με σκληρά λόγια πως αποτελούσε δείγμα «έσχατης και αισχίστης ηλιθιότητας» από κείνη και των συμβούλων της να πιστεύουν «ότι επρόκειτο η κυρία να παραμείνει αιωνίως στην ίδια ηλικία ή ακόμα πως είχε κατανικήσει το χρόνο και είχε πάλι ανθήσει σαν άνθος τρυφερό ». Η Θεοδώρα σ’ αυτό το κομμάτι της χρονογραφίας εμφανίζεται ως φλύαρη και έρμαιο των παθών της που την ωθούσαν «ακόμα και σε παρανομίες ».Μ ε αλλοιωμένο πια χαρακτήρα από τον ίδιο τον έρωτα η θρησκευτική της ευλάβεια υποβαθμίστηκε καθώς και η ευσπλαχνία της ψυχής της. Μισαλλοδοξία δείχνει και η συμπεριφορά της απέναντι στο Πατριάρχη της Οικουμένης Μιχαήλ. Ενώ αρχικά και πριν την αναγόρευσή του ως πατριάρχη τα αισθήματά της προς αυτόν ήταν ευγενικά μετά την άνοδό του στον άγιο θρόνο τον «απεχθανόταν και τον αντιπαθούσε σφοδρότατα » επειδή ο ίδιος την επέκρινε για τις επιλογές της. Ο Ψελλός αναφέρεται στους παρατρεχάμενους της βασίλισσας ως υποκείμενα που την επηρέαζαν αρνητικά και την «εξηπάτησαν …ότι τάχα θα ζει αιωνίως και λίγο έλειψε να καταστρέψει η ίδια τον εαυτό της , συγκαταστρέφοντας και το κράτος μας ολοκληρωτικά ».


Ο Ψελλός και η χρονογραφία του

Όλη η εργασία αυτή έχει επίκεντρό της τη χρονογραφία του Μιχαήλ Ψελλού . Βασίζεται στις απόψεις του ,στη μαρτυρία του γενικά για την ζωή στο παλάτι και ειδικότερα για την αυτοκράτειρα Θεοδώρα .Επειδή το ύφος είναι πολύ προσωπικό και η μαρτυρία του δεν αποτελεί κατά κύριο λόγο μια ιστορική παράθεση στοιχείων αλλά περισσότερο ένα ηθογράφημα , θεωρείται εύστοχη μια αναφορά στο πρόσωπό του και στο έργο του αυτό, δηλαδή της χρονογραφίας του. Η χρονογραφία του θα μπορούσε να χαρακτηριστεί περισσότερο ως ένα ψυχογράφημα παρά ως μια καταγραφή της ιστορίας. Ο Ψελλός ευγενικής καταγωγής γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη και έτυχε ιδιαίτερης μορφώσεως . Διετέλεσε επί σειρά ετών μοναχός αλλά προτίμησε τελικά το ρόλο του άμεσου συμβούλου στο αυτοκρατορικό παλάτι .Η πικρία του ωστόσο εξασκώντας αυτό το ρόλο είναι εμφανής στη διαπίστωσή του πως αποτελεί «ανίατον νόσημα των βασιλέων :να μην προσέχουν τους συμβούλους τους ». Έτσι και τα καυστικά σχόλια που έχουν ως στόχο την αυτοκράτειρα Θεοδώρα μπορεί να έχουν ως αφετηρία αυτή του την άποψη. Ο Ψελλός φαίνεται αρχικά πως επιτίθεται σε πρόσωπα αλλά απώτερος σκοπός του είναι η κριτική των θεσμών στους οποίους αντιτίθεται με σθένος. Ο κύριος στόχος του είναι η «απομύθευση του αυτοκρατορικού αξιώματος ». Στην εποχή του παρατηρούσε μια «καρκινογένεση». «Το κράτος εξαιτίας του Κωνσταντίνου του Μονομάχου και της Θεοδώρας, το ερρώμενον ζώον απεθηριώθη ,έγινε το καινόν…ζώον ,μετατράπηκε σε ένα πολυκέφαλο τέρας».Η θεραπεία θα ερχόταν δια της καθάρσεως , του καυτηριασμού και της δε τομής . Ο Ψελλός απέδιδε συχνά αντιφατικά χαρακτηριστικά στους ήρωές του ,όπως έκανε και στην αναφορά του στη Θεοδώρα .
«Ο Ψελλός είδε την ιστορία ως διαρκή πτώση του ανθρώπου της εποχής του , ως μία διαρκή τιμωρία ».



Συμπέρασμα

«Η παραδοσιακή άποψη ότι ο 11ος και ο 12ος αιώνας ήταν αιώνες παρακμής για τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία επιδέχεται σοβαρή αμφισβήτηση». Το Βυζάντιο φαίνεται πως και τότε ακόμα παρέμενε «ζωντανό και οικονομικά υγιές ». Ο ρόλος των γυναικών της μεταβατικής εκείνης περιόδου είχε πια αναβαθμιστεί.
Αλλαγές διαπιστώνονται και στις παραδοσιακές οικογενειακές δομές. Τα όρια της οικογένειας διευρύνθηκαν «ώστε να συμπεριλαμβάνουν τους εξ αίματος συγγενείς ». Αυτό είχε αντίκτυπο αργότερα στην καταρράκωση των ηθών και την απομάκρυνση από τη χριστιανική θρησκευτική ιδεολογία. Είναι αξιοσημείωτο πως το Βυζαντινό κράτος θεμελιώθηκε πάνω στις αξίες εκείνες του χριστιανισμού.
Εθιμοτυπικά τουλάχιστον ακολουθούσαν ακόμα οι άρχοντες κατά γράμμα ότι όριζε η Εκκλησία. Οι πράξεις όμως του αυτοκρατορικού κύκλου δε θύμιζαν πια τίποτα από τη διδασκαλία του Χριστού και το παράδειγμα που έδιναν στο λαό με τις δολοφονίες ,τις κακίες ,τις δολοπλοκίες και τις μοιχείες ήταν ότι χειρότερο για την καταρράκωση των ηθών σ’ όλη την επικράτεια. Ίσως η ροπή ή η τάση γενικά προς την χαλάρωση των ηθών να ναι απόρροια μιας οικονομικά εύρωστης κοινωνίας στην οποία όπως και στα Ρωμαϊκά χρόνια ο αυτοκράτορας θεοποιείται με αποτέλεσμα να θεωρεί τον εαυτό του αναμάρτητο κι αθάνατο. Το αποτέλεσμα δε φάνηκε να διαφανεί . Η αυτοκρατορία οδηγείται στην πτώση και στα χέρια των Οθωμανών Τούρκων.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου