Εισαγωγη
Οι φιλοσοφικοί διάλογοι Μένων και Φαίδων σύμφωνα με τους σχολιαστές του Πλάτωνα ανήκουν σε διαφορετική κατηγορία ,όσον αφορά τη χρονολογία συγγραφής τους. Το έργο του Πλάτωνα Μένων φέρεται ν΄ ανήκει στους πρώιμους διαλόγους που σηματοδοτούν και την αρχή της φιλοσοφικής του καριέρας[1]. Ωστόσο υπάρχει κι η αντίθετη γνώμη του Veggeti ο οποίος κατατάσσει το έργο στους διαλόγους της μέσης περιόδου[2]. Ο Πλάτωνας στους πρώιμους διαλόγους του εστιάζει στα φιλοσοφικά προβλήματα που τον απασχολούν χωρίς ωστόσο όμως να μπορεί να προτείνει ακόμα ολοκληρωμένες λύσεις. Ο Φαίδων ανήκει στους μεσαίους διαλόγους του όπου η φιλοσοφική ωριμότητα του Πλάτωνα είναι έκδηλη καθώς έχει κατασταλάξει πια σε μια «συγκεκριμένη φιλοσοφική λύση ,τη μεταφυσική θεωρία των Ιδεών»[3].
Στα χωρία των δυο διαλόγων της εργασίας αυτής θα μας απασχολήσει ακριβώς η μεταφυσική διάσταση της θεωρίας των Ιδεών του Πλάτωνα και συγκεκριμένα το ερώτημα αν μάθηση και η γνώση είναι ανάμνηση. Παράλληλα θα προσπαθήσουμε να προσεγγίσουμε στην ανάλυση της επιχειρηματολογίας του φιλοσόφου και ν α την εντάξουμε στα πλαίσια της γενικής του θεώρησης για την αθανασία της ψυχής και την ύπαρξη των Ιδεών.
Στο επιχείρημα αυτό αρωγός μας το φιλοσοφικό κλίμα της εποχής που διαμορφώθηκε τον 5ο αι. με επίκεντρο τη σοφιστική σκέψη σε αντιπαράθεση με τη φιλοσοφική σκέψη τόσο του Σωκράτη όσο και του μαθητή του Πλάτωνα[4]. Το χάσμα που του χωρίζει είναι μεγάλο . Τα αποτελέσματα της διανοητικής αυτής σύγκρουσης αποτελούν και το πλαίσιο της διαμόρφωσης μιας νέας φιλοσοφικής αντίληψης. Την εξερεύνηση των προβλημάτων του ανθρώπου και της ουσίας του Είναι από θεωρητική σκοπιά. Την αναζήτηση της αλήθειας όχι στα αισθητά αλλά σ’ έναν άλλο κόσμο ,τον μόνο υπαρκτό (Ον) κι αναλλοίωτο στην ουσία ,εκείνον των Ιδεών.
Οι Σωκρατικοί –Πλατωνικοί διάλογοι
Πρωταγωνιστής των περισσοτέρων φιλοσοφικών διαλόγων του Πλάτωνα υπήρξε ο δάσκαλός του Σωκράτης. Η σύντμηση της κοσμοθεωρίας των δυο αυτών φιλοσόφων στα έργα είναι αναπόφευκτη καθώς είναι σχεδόν αδύνατο να διαχωριστεί η σκέψη του ενός από τον άλλο ειδικά στο αρχικό στάδιο της συγγραφής τους. Η θέση έτσι του συγγραφέα είναι δύσκολο να διαφανεί με τη δική της υπόσταση . Η απόλυτη συνάφεια της φιλοσοφικής τους αντίληψης δημιουργεί αυτό το πρόβλημα. Οι διάλογοι αυτοί χαρακτηρίζονται φιλοσοφικοί γιατί αναπτύσσουν επιχειρήματα με βάση προτάσεις και συμπεράσματα . Τα επιχειρήματα που παρουσιάζονται εμφανίζονται ως τα ισχυρότερα γιατί έτσι θεωρούνται από τον ίδιο το συγγραφέα. Αυτό φυσικά δε προϋποθέτει πως τα ίδια αυτά επιχειρήματα δρουν σε ένα ικανοποιητικό πλαίσιο ώστε να στηρίξουν απόλυτα τη φιλοσοφική του σκέψη ,ωστόσο θεωρούνται από τον ίδιο ως τα πλέον ικανά[5] . Η διαλεκτική μέθοδος του Σωκράτη παίρνει σάρκα κι οστά ως νέα μορφή φιλοσοφικής επικοινωνίας μέσα από τα έργα του Πλάτωνα. Το ρόλο του αφανή αλλά κυρίαρχου διαμεσολαβητή ανάμεσα στους διαλεγόμενους κατέχει ένα τρίτο πρόσωπο. Ανάμεσα λοιπόν της «καθαρής θεωρίας» του σοφού και την εσφαλμένη γνώμη ενός θνητού ένα τρίτο πρόσωπο παρεμβάλλεται προς όφελος της αλήθειας το οποίο ταυτίζεται με τη γνώση η οποία διαφεύγει αλλά αποτελεί όμως το ζητούμενο. Αυτό το τρίτο πρόσωπο είναι η Φιλοσοφία (ή ο φιλόσοφος ) την οποία ο Πλάτων ήθελε να εξυπηρετεί πρακτικούς μεν σκοπούς αλλά χωρίς ν αλλοιώνεται η φύση της. Με την ταύτισή της ως τη μόνη αληθινή γνώση και ταυτόχρονα φορέα της αρετής κι ευδαιμονίας αποτελούσε «το θεμέλιο ενός ορθού και ευτυχούς πολιτικού και ηθικού βίου» που θα είχε αντίκτυπο σε όλους κι όχι μόνο σε σοφούς ή ισχυρούς[6]. Και στα δυο χωρία που θα ασχοληθούμε ο διαλεκτικός –εκείνος έχει την ικανότητα να ασκεί την τέχνη του διαλόγου – είναι το τρίτο πρόσωπο που κρύβεται πίσω από τη σκιά του Σωκράτη κι έχει επωμιστεί το ρόλο του φιλοσόφου. Πολλές φορές αυτή η σκιά είναι εκείνη του Πλάτωνα κι όχι του Σωκράτη. Παρ’ όλα αυτά ο σκοπός παραμένει ο ίδιος. Η έρευνα που μεταφράζεται ως διαλογική αντιμετώπιση του προβλήματος και σκοπό έχει να γεφυρώσει τις αντιθέσεις[7] .
Στους διαλόγους Μένων και Φαίδων αντίστοιχα συναντάμε τη θεωρία της ανάμνησης και της αθανασίας της ψυχής.
Πλάτωνος Μένων 80a-86c
O Μένων ανήκει στους «πειραστικούς διαλόγους» δηλαδή σε εκείνους που εξετάζουν τα προβλήματα δοκιμαστικά. Ένα πρόβλημα που αναδύεται σ’ αυτή τη συζήτηση και σχετίζεται με τη Πλατωνική θεωρία περί «ανάμνησης» είναι εάν η μάθηση ταυτίζεται με την ανάμνηση[8]. Ο Σωκράτης συνδιαλέγεται με τον μαθητή του σοφιστή Γοργία Μένων ,αριστοκράτη από τη Λάρισα. Στη πορεία της συζήτησης παρεμβάλλεται μετά από προτροπή του φιλοσόφου και ένα άλλο πρόσωπο .Πρόκειται για έναν απαίδευτο δούλο του Μένων, που θα χρησιμοποιήσει ως απόδειξη της θεωρίας του.
Από την αρχή ο φιλόσοφος τοποθετείται λέγοντας πως η θεωρία που θα αναπτύξει στη πορεία βασίζεται στις διδασκαλίες των Ιερέων, του Πινδάρου αλλά και άλλων ποιητών. Η βάση αυτής της διδασκαλίας είναι πως η ψυχή είναι αθάνατη και πως «η τωρινή ζωή μας αποτελεί απλά ένα επεισόδιο της ιστορίας της»[9]. Ο Σωκράτης ξεκινά με αναφορά τις παλιές μνείες ως απάντηση στη σοφιστική άποψη του Μένων πως δε μπορείς ν αναζητήσεις κάτι που σου είναι άγνωστο και πως ακόμα κι αν καταφέρεις να το βρεις από τύχη, δε θα μπορέσεις να το αναγνωρίσεις αφού το αγνοείς[10]. Αυτή τη σοφιστική άποψη έρχεται ν’ αντικρούσει ο Σωκράτης ,αποδεικνύοντας πως ο Μένων κάνει λάθος. Ξεδιπλώνει λοιπόν εξ αρχής τη θεωρία περί αναμνήσεως. Η ψυχή γνωρίζει τα πάντα πριν εισέλθει στο σώμα . Ο κόσμος που έζησε πριν την ενσάρκωση της επέτρεψε να θεαθεί όλα όσα υπάρχουν στη «σφαίρα του όντος». Όταν λοιπόν η ψυχή βρεθεί στον υπαρκτό κόσμο αρκεί να δει ένα πράγμα για να μπορέσει να θυμηθεί κι όλα τα άλλα. Αυτό γίνεται εφικτό γιατί η φύση είναι ένα ενιαίο σύνολο κι όλα τα πράγματα συνδέονται μεταξύ τους με συγγενικούς δεσμούς[11]. Η ανάμνηση του ενός πράγματος αποτελεί το ορμητήριο για την ανακάλυψη και των υπολοίπων. Αυτή η θέση καταρρίπτει τη σοφιστική αντίληψη πως αδυνατούμε να αναζητήσουμε το άγνωστο. Ο Σωκράτης προχωρά και στην επαλήθευση αυτού που λέει με ένα ψυχολογικό πείραμα Πρωταγωνιστής ο νεαρός δούλος του Μένων ο οποίος ως μόνο εφόδιο γνώσης έχει την αντίληψη της ελληνικής γλώσσας κι αυτή ως τη μορφή του προφορικού λόγου. Ο φιλόσοφος ζωγραφίζει ένα τετράγωνο και ζητά από το δούλο να προσπαθήσει να λύσει το πρόβλημα . Η λύση του προβλήματος στηρίζεται ουσιαστικά στη γνώση γεωμετρίας και ειδικά του Πυθαγόρειου κανόνα . Μια γνώση την οποία ο Πλάτων κατείχε από τις επισκέψεις του στη Σικελία στη σχολή του Πυθαγόρα. Ο δούλος αρχικά αποτυγχάνει να δώσει τη σωστή λύση αλλά με μια διαδοχική σειρά ερωτημάτων από το φιλόσοφο καταφέρνει να βρει την απάντηση. Η εσφαλμένη αρχική απάντηση (μη αληθής δόξαν) με τις κατάλληλες ερωτήσεις οδηγεί στην διατύπωση της σωστής άποψης (αληθής δόξας)[12]. Ο νεαρός δούλος αξιοποίησε τις ενδείξεις και τα σχεδιαγράμματα του Σωκράτη κι ένα μόνο στοιχείο που του έδωσε όσον αφορά την ονομασία της γραμμής (διαγώνιο) που σχημάτισε χωρίζοντας το τετράγωνο. Όλα τα άλλα στοιχεία τα ανακάλυψε μόνος του. Κατά το φιλόσοφο αυτή η δυνατότητα ενός ανθρώπου να γνωρίζει πράγματα χωρίς να έχει γνώσεις σημαίνει πως κάπου αυτές προϋπάρχουν κι απλά τις ανασύρει δηλαδή τις θυμάται. Αυτή η γνώση δεν υπάρχει στον υπαρκτό κόσμο. Αφού σ’ αυτόν τον κόσμο ο δούλος δε διδάχτηκε ποτέ του Γεωμετρία άρα η ανάμνηση αυτή προήρθε από το κάποτε «πριν γίνει άνθρωπος» [13]. Η ανακάλυψη ουσιαστικά είναι απλά αναγνώριση. Με βάση αυτή την αντίληψη η άποψη πως δεν αξίζει τον κόπο να ερευνούμε είναι λανθασμένη. Αντιθέτως η αναζήτηση της μάθησης-ανάμνησης κάνει τους ανθρώπους ενεργητικούς και τους σώζει από την οκνηρία[14]. Αυτό που στην ουσία ενδιαφέρει το φιλόσοφο είναι η αναζήτηση της αλήθειας η οποία απλά είναι ξεχασμένη και θα πρέπει να υπάρξει ευαισθητοποίηση για να αναζητηθεί. Όποιος λοιπόν την επιθυμεί οφείλει να ψάξει για να τη βρει[15].
Πλάτωνος Φαίδων 72e-77b
Με την ίδια μεταφυσική θεωρία περί ανάμνησης ασχολείται και σ’ αυτό το χωρίο ο Σωκράτης. Τα πρόσωπα κι εδώ είναι τρία ,ο Σωκράτης κι οι δυο μαθητές του Κέβης και Σιμμίας . Ο Κέβης παρατηρεί πως ο κάθε άνθρωπος πιστεύει βαθιά μέσα του πως κατέχει την απόλυτη γνώση κι αυτό συμφωνεί με την διδασκαλία της ανάμνησης πως οι άνθρωποι κατέχουν την αλήθεια μέσα στην ψυχή τους. Με βάση τη θέση του Σωκράτη πως αυτό που οι άνθρωποι ονομάζουν «μάθηση» μιας αλήθειας είναι απλά μια «ενθύνηση» ενός πράγματος που έχει λησμονηθεί ο Κέβης οδηγείται στο συμπέρασμα πως οι ψυχές όχι μόνο προϋπήρχαν πριν γεννηθούμε αλλά θα συνεχίσουν να υπάρχουν και μετά το θάνατο . Στηρίζει δε αυτή του τη διαπίστωση στο παράδειγμα που προβάλλει ο Σωκράτης στον Μένων ,ότι δηλαδή μπορούμε να οδηγήσουμε κάποιον στη λύση ενός προβλήματος(στην ενθύμηση) όπως πχ. Γεωμετρικού, εάν του θέσουμε τις κατάλληλες ερωτήσεις[16]. Ο ερωτών αυτό που κάνει είναι να προσπαθεί με διάφορες λέξεις ή φράσεις κλειδιά να ανασύρει από τη μνήμη την ήδη υπάρχουσα αλήθεια που κρύβεται στον αποκρινόμενο. Αυτό επιτυγχάνεται κατά τον Σωκράτη με έναν τρόπο που εμείς σήμερα ονομάζουμε συνειρμό[17]. Ο ίδιος ο φιλόσοφος το θέτει ως αίσθηση. Πέρα απ’ αυτά που γνωρίζει κάποιος με κάποια αίσθηση θυμάται και την έννοια κάποιων άλλων. Αυτά τα πράγματα μπορεί να είναι φαινομενικά κι εκ διαμέτρου αντίθετα π.χ. ο Σωκράτης αναφέρει πως στη θέα μιας λύρας ή ενός ρούχου οι εραστές θα φέρουν στο μυαλό τους το πρόσωπο εκείνου που τους θύμισε . Αυτό είναι ανάμνηση. Έτσι ένα αντικείμενο ή πρόσωπο ή ακόμα και ζώο μπορεί να φέρει στη μνήμη κάτι άλλο όμοιο ως προς την φυσική ύλη αυτού αλλά και εντελώς ανόμοιου. Το αμέσως μετά παράδειγμα που χρησιμοποιεί είναι η έννοια της ισότητας και ανισότητας. Ανάμεσα σε αντικείμενα με την ίδια διάσταση αλλά από διαφορετικό ή και ίδιο υλικό π.χ. πέτρες με ξύλα δεν έρχεται αμέσως στο μυαλό η έννοια της ισότητας ή αντίστοιχα της ανισότητας; Η όραση συλλαμβάνει κάτι άλλο απ’ αυτό που αντιλαμβάνεται ο νους. Πάνω σ’ αυτό λοιπόν ο φιλόσοφος ρωτά ποιο είναι πιο σημαντικό .Αυτό που αντιλαμβάνονται οι αισθήσεις ή αυτό που συλλαμβάνει ο νους; Η απάντηση από τον Κέβη είναι πώς η έννοια ουσιαστικά είναι εκείνη που υπερτερεί[18]. Συνεχίζοντας τη σκέψη αυτή ο φιλόσοφος φέρει τον ακροατή να σκεφτεί πως είναι δυνατόν να γνωρίζουμε με τη γνώση αυτό που ο νους κατανοεί αφού είναι κάτι το οποίο οι αισθήσεις δε μπορούν να το αντιληφθούν. Η απάντηση και πάλι βασίζεται στη θεωρία της ανάμνησης. Οι έννοιες αυτές αποτελούν τα πρότυπα τα οποία τα γνωρίσαμε πριν γεννηθούμε κι απλά τα ξεχάσαμε με την έλευσή μας στο σώμα. Αυτά τα ιδανικά πρότυπα δεν είναι μόνο μαθηματικοί όροι αλλά και άλλες έννοιες όπως εκείνης της ηθικής , του καλού ,του δίκαιου , του αγαθού, της αρετής κ.λ.π.[19] Η λέξη γνωρίζω σημαίνει ,λέει ο Σωκράτης, ότι κατέχουμε μια γνώση η οποία δε μπορεί να χαθεί. Λήθη από την άλλη σημαίνει η απώλεια της γνώσεις. Απ’ αυτές τις δυο διατυπώσεις οδηγούμαστε και στην ερμηνεία της λέξης α-λήθειας . Αληθινό είναι ότι πια δεν ανήκει πια στο χώρο της λήθης αλλά της γνώσης.
Ο τρόπος που μπορεί ο άνθρωπος τώρα να έρθει σ’ επαφή με την αλήθεια ,να ανακτήσει δηλαδή τη γνώση, είναι η ενεργοποίηση των αισθήσεων. Οι αισθήσεις είναι εκείνες που θα προκαλέσουν τις απαραίτητες δονήσεις συνειρμούς ώστε η μάθηση-ανάμνηση να έρθει στο προσκήνιο[20]. Η συλλογιστική της διδασκαλίας είναι πως αφού δεν υπάρχουν έμφυτες έννοιες-ιδέες, ούτε γνώση που να μη προέρχεται από την εμπειρία , τότε δε θα μπορούσαμε να θυμηθούμε τα «Είδη» (τα ιδανικά πρότυπα )εάν οι αισθήσεις δε μας τα υποδείκνυαν[21].
Τα επιχειρήματα του Πλάτωνα ως απόδειξη για την αθανασία της ψυχής και την ύπαρξη των Ιδεών.
Ο Πλάτωνας εκ στόματος Σωκράτη και στα δυο χωρία αυτά επιχειρεί και καταφέρνει να παρουσιάσει τη θεωρία του για την ύπαρξη των Ιδεών. Η βασική του τοποθέτηση είναι η ύπαρξη δυο κόσμων. Ο κόσμος των αισθητών και εκείνων των Ιδεών. Ο μεν πρώτος κόσμος είναι εκείνος που γίνεται αντιληπτός μέσω των αισθήσεων ενώ ο δεύτερος μέσω της μάθησης-ανάμνησης . Η πραγματική ωστόσο γνώση για τον Πλάτωνα μπορεί να επιτευχθεί μόνο μέσω του δεύτερου κόσμου, ενώ ο πρώτος έρχεται σε δεύτερη μοίρα κι απλά είναι βοηθητικός προς σ΄ αυτή την αναζήτηση. Επιπλέον όσο περισσότερο μπορεί ο άνθρωπος να αποδεσμευτεί από τα αισθητά τόσο μπορεί να πλησιάσει τα ιδεατά , τις Ιδέες. Τα πρότυπα που προείπαμε αντανακλούν τις Ιδέες οι οποίες για τον Πλάτωνα είναι οντότητες ανεξάρτητες με δική τους υπόσταση κι αναλλοίωτες στο χρόνο. Με τις αισθήσεις έχουν σχέση αιτιολογική. «Οι ιδέες είναι οι αιτίες των αισθητών»[22]. Έτσι κ ι η θεωρία της ανάμνησης γίνεται εφικτή με την a priori γνώση που αποκτά κανείς με την ενθύμηση όλων εκείνων που αντίκρισε πριν την ενσάρκωση και με τη προΰπαρξη της ψυχής η οποία είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τον κόσμο των Ιδεών[23].
Στο Μένων περισσότερο γίνεται η επισήμανση για την αθανασία της ψυχής η οποία αιτιολογείται με τη θεωρία της ανάμνησης. Εδώ οι Ιδέες νοούνται δεν πρεσβεύονται. Στο Φαίδων με αφορμή την ίδια θεωρία ο Πλάτωνας προχωρά στην ανάλυση περισσότερο του κόσμου των Ιδεών λαμβάνοντας φυσικά υπ’ όψιν και την αθανασία της ζωής. Στο χωρίο αυτό ο κόσμος των Ιδεών πρωταγωνιστεί κι όλα τα άλλα απλά ακολουθούν. Η αθανασία της ψυχής είναι η υποδοχή αλλά η σημασία κρύβεται σε αυτά που εκείνη περιέχει. Δεν έχει λοιπόν τόσο σημασία ώστε να γνωρίσουμε κάτι έστω και τυχαία όπως ο δούλος αλλά να επιδιώκουμε τη γνώση αυτών και φυσικά αναφερόμαστε στις οντότητες ,στις Ιδέες. Επειδή όλα τα αισθητά είναι τα απηκάσματα των Ιδεών μένει στον άνθρωπο ν’ ανακαλύψει τα ίδια τα πρότυπα. Αυτό επιτυγχάνεται καλύτερα με τη σταδιακή απομάκρυνση από τον κόσμο των αισθήσεων ή αισθητών που είναι και υποδεέστερος προς την αναζήτηση του σημαντικού κόσμου εκείνου των Ιδεών. Γι’ αυτό το λόγο κι ο φιλόσοφος στο Φαίδωνα ακολουθεί μια αυστηρή επιστημονική πορεία για να καταφέρει να αποδείξει τη θεωρία του. «Η ανάμνηση βασίζεται στο συνειρμό» τονίζει. Ο συνειρμός σε νόμους όπως ο νόμος της ομοιότητας, της αντίθεσης, της γειτνίασης στο χώρο και στο χρόνο[24]. Η απόδειξη με επιστημονική μέθοδο προσδίδει κύρος και μειώνει την αμφισβήτηση.
Συμπέρασμα
Η φιλοσοφία είναι εκείνο το παιδευτικό μέσο που βοηθά να ελευθερωθεί η γνώση από «τους σωματικούς και αισθητηριακούς φλοιούς της»[25] . Στο μέτρο λοιπόν που μπορεί η ανάμνηση να αναδυθεί αυτό αποτελεί και τον παράγοντα που υποβοηθά να πλησιάσουμε την αληθινή γνώση η οποία κρύβει τις Ιδέες . Αυτές οι Ιδέες αποτελούν τη βάση δημιουργίας πάνω στις οποίες μπορεί ο άνθρωπος όχι μόνο να ερμηνεύσει αλλά και να οργανώσει τον κόσμο του. Οι ιδέες είναι οι αξίες .Το εφαλτήριο της αναγέννησης του ανθρώπου για να δημιουργήσει τη νέα ζωή ενώ βρίσκεται ακόμα μέσα στο σώμα του . Οι ιδέες του δίκαιου και του αγαθού έχουν κορυφαία σημασία για την επίτευξη αυτού του εγχειρήματος . Αυτές ως ιδέες που είναι προϋπάρχουν αλλά μένει από τους ανθρώπους να τις αναζητήσουν , να τις προσεγγίσουν κι αυτό επιτυγχάνεται μέσω της φιλοσοφικής σκέψης[26].
[1] Σ. BΙΡΒΙΔΑΚΗΣ, κ.α., Η Ελληνική Φιλοσοφία από την Αρχαιότητα έως τον 20ο Αιώνα στο Ελληνική Φιλοσοφία και Επιστήμη: από την Αρχαιότητα έως τον 20ο Αιώνα, Τομ. Α΄, ΕΑΠ, Πάτρα 2000, σ.σ. 121-122
[2] Μ.VEGGETI, Ιστορία της αρχαίας φιλοσοφίας, μτφ.-επιστ. Επιμ .Α. Δημητρακόπουλος, Αθήνα, Τραυλός, 2003, εκδ. 10η , κεφ .Πλάτωνας ,σ.151
[3] Ο.π. Σ. BΙΡΒΙΔΑΚΗΣ, κ.α., Η Ελληνική Φιλοσοφία από την Αρχαιότητα έως τον 20ο Αιώνα σ.σ. 121-122
[4] Στο ίδιο, σ. 83
[5] Στο ίδιο, σ. 123
[6] Μ.VEGGETI, Ιστορία της αρχαίας φιλοσοφίας,σ.157
[7] Στο ίδιο
[8] ΠΛΑΤΩΝ, Μένων ή περί αρετής, Αρχαία Ελληνική Γραμματεία :οι Έλληνες , Κάκτος , Αθήνα 1993, σ. 47
[9] Α.Ε TAYLOR ,Πλάτων, Ο άνθρωπος και το έργο του, μτφ. Ι. Αρζόγλου, Αθήνα ,ΜΙΕΤ ,1990 (και ανατυπ.),σ. 171.
[10] ΠΛΑΤΩΝ, Μένων ή περί αρετής, Αρχαία Ελληνική Γραμματεία :οι Έλληνες , σ. 95
[11] Στο ίδιο, σ.52
[12] ΠΛΑΤΩΝ, Μένων ή περί αρετής, Αρχαία Ελληνική Γραμματεία :οι Έλληνες , σ.σ.52-53
[13] Α.Ε TAYLOR ,Πλάτων, Ο άνθρωπος και το έργο του, σ173.
[14] ΠΛΑΤΩΝ, Μένων ή περί αρετής, Αρχαία Ελληνική Γραμματεία :οι Έλληνες , σ.99
[15] Σ. BΙΡΒΙΔΑΚΗΣ, κ.α., Η Ελληνική Φιλοσοφία από την Αρχαιότητα έως τον 20ο Αιώνα στο Ελληνική Φιλοσοφία και Επιστήμη: από την Αρχαιότητα έως τον 20ο Αιώνα, σ.139
[16] Α.Ε TAYLOR ,Πλάτων, Ο άνθρωπος και το έργο του, σ.225
[17] Στο ίδιο, σ. 226
[18] ΠΛΑΤΩΝ, Κρίτων-Φαίδων, αποδ. Ε. Καραμέτσιος, Εκδοτική Θεσσαλονίκης ,Αθήνα 2005, σ. 153
[19] Α.Ε TAYLOR ,Πλάτων, Ο άνθρωπος και το έργο του, σ.226
[20] ΠΛΑΤΩΝ, Κρίτων-Φαίδων, αποδ. Ε. Καραμέτσιος, Εκδοτική Θεσσαλονίκης ,Αθήνα 2005, σ.
[21] Α.Ε TAYLOR ,Πλάτων, Ο άνθρωπος και το έργο του, σ.σ. 226-227
[22] Σ. BΙΡΒΙΔΑΚΗΣ, κ.α., Η Ελληνική Φιλοσοφία από την Αρχαιότητα έως τον 20ο Αιώνα, σ.143
[23] Κ.BORMANN, Πλάτων, μτφ. Ι.Καλογεράκος ,Καρδαμίτσα ,Αθήνα 2006 ,σ.143
[25] Μ.VEGGETI, Ιστορία της αρχαίας φιλοσοφίας,σ.169
[26] Στο ίδιο.